Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

"Αφήστε τους νεκρούς να προχωρούν..."

Χρονική περίοδος: Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, 1939-1945 μ.Χ.
Η επιχείρηση "Barbarossa" (22 Ιούνη - 5 Δεκέμβρη 1941) βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη στο Ανατολικό Μέτωπο με τη Wehrmacht να προελαύνει ακάθεκτη και τους Σοβιετικούς να πασχίζουν, χωρίς επιτυχία, να βρούνε τα δικά τους αντίμετρα στο γερμανικό Blietzkrieg και να σταθεροποιήσουν το μέτωπο. Το σχέδιο των ναζί, όμως, εξελίσσεται με χρονική καθυστέρηση, καθώς η μάχη της Κρήτης και η, ανέλπιστα, σθεναρή αντίσταση σε Κίεβο και Σμολένσκ θα επιτρέψουν στο ρώσικο Χειμώνα να παίξει το δικό του ρόλο σε αυτή την πρωτόγνωρη τιτανομαχία. Για τους ναζί, ο αντικειμενικός σκοπός της "Ομάδας Στρατιών Κέντρο" και της υπο-επιχείρησης "Typhoon" δεν είναι άλλος από την κατάληψη της Μόσχας, όσο το δυνατόν πιο έγκαιρα. Η σοβιετική πρωτεύουσα, εκτός του συμβολισμού της ως πολιτικό και πολιτιστικό κέντρο, αποτελεί και τον συγκοινωνιακό υπερ-κόμβο της Σοβιετικής Ένωσης. Από αυτή διέρχονται όλες οι μεγάλες οδικές αρτηρίες και το αχανές σοβιετικό σιδηροδρομικό δίκτυο. Η απώλειά της θα σημάνει τη διάσπαση του Ανατολικού Μετώπου και θα καταστήσει τη  συνέχεια της αντίστασης ιδιαίτερα δυσχερή για τους Σοβιετικούς. Αυτό το γνωρίζει ο Στάλιν και η ανώτατη ηγεσία του Κόκκινου Στρατού. Στα μέσα του Νοέμβρη 1941 οι Γερμανοί βρίσκονται μόλις 100χλμ μακρυά από τη Μόσχα. Η πόλη και οι κάτοικοί της ετοιμάζονται για τον υπέρ πάντων αγώνα. Περιμετρικά της πόλης οργανώνονται 3 ζώνες άμυνας με πολλαπλά, οχυρωματικά και αντιαρματικά, έργα και υπερχειλίσεις φραγμάτων, ενώ μέσα στον οικιστικό της περίβολο στήνονται αλλεπάλληλα οδοφράγματα και αμυντικές οχυρώσεις για την περίπτωση των οδομαχιών από τετράγωνο σε τετράγωνο. Μέσα σ' αυτές τις πυρετώδεις εργασίες, ο τρόμος και ο πανικός δεν έχουν καταλάβει μόνο τους πολίτες της Μόσχας αλλά και το ανώτατο σοβιετικό επιτελείο. Στα τέλη του Νοέμβρη και προκεχωρημένες γερμανικές μονάδες αναγνώρισης εισχωρούν σε προάστια της πόλης, 20 μόλις χιλιόμετρα από το κέντρο της. Κόσμος αρχίζει να την εγκαταλείπει, το τεθωρακισμένο τρένο του Στάλιν με αναμμένες τις μηχανές περιμένει στο σταθμό και το επιτελείο του εισηγείται την εκκένωση της πόλης και τη μεταφορά της αντίστασης στα Ουράλια. Ο Στάλιν απαντά με το παροιμιώδες : "Αφήστε τους νεκρούς να προχωρούν..." Κανένας, πλέον, δεν επιτρέπεται να εγκαταλείψει την πόλη, αφού, έτσι, στρατιώτες και πολιτοφύλακες θα πολεμούν και για τις ίδιες τις οικογένειές τους, που βρίσκονται ακριβώς πίσω τους. Οι ναζί καθηλώνονται, τελικά,  έξω από την πόλη. Στις 5 Δεκέμβρη και ενώ οι Σοβιετικοί ενισχύονται με 18 νεοφερμένες μεραρχίες από τη Σιβηρία και την Άπω Ανατολή, 1700 τεθωρακισμένα και 1500 αεροσκάφη, ο Ζούκοφ εξαπολύει μεγάλης κλίμακας αντεπίθεση και ο Κόκκινος Στρατός, υπερέχοντας σε χειμερινό εξοπλισμό και τεχνοτροπία, απωθεί τους Γερμανούς 100-250 χλμ από τη Μόσχα.
Η πόλη έχει σωθεί. Δε θα απειληθεί με κατάληψη άλλη φορά κατά τη διάρκεια του πολέμου. Το Ανατολικό Μέτωπο έχει σωθεί. Ο Χίτλερ δεν παραδειγματίζεται από την καταστρεπτική εκστρατεία της Μεγάλης Στρατιάς του Ναπολέοντα πριν από ενάμιση αιώνα. Ο ρώσικος χειμώνας και το πείσμα των Σοβιετικών θα σφραγίσουν λίγο αργότερα, σε Στάλινγκραντ και Κουρσκ, τις τύχες του ίδιου του Πολέμου. Το φιτίλι που καταλήγει στα θεμέλια του Reichstag στο Βερολίνο, μόλις άναψε.   

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

"Ή θα βρω τον δρόμο ή θα τον φτιάξω..."

Χρονική περίοδος: Β' Καρχηδονιακός Πόλεμος, 218-202 π.Χ.

Το 221 π.Χ. ο Αννίβας Μπάρκα ( Hanba' al, δώρο του Μπάαλ, θεότητας των Καρχηδονίων) χρίζεται αρχιστράτηγος του καρχηδονιακού στρατού και είναι αποφασισμένος να καταστρέψει τη Ρώμη, υποκινούμενος από το άσβεστο μίσος που θρέφει γι' αυτή. Ο πατέρας του, Αμίλκας Μπάρκα δεν κατάφερε να το πραγματοποιήσει, φρόντισε, όμως, να διαποτίσει τον Αννίβα με την ίδια φλόγα. Αυτός δεν σκόπευε να τηρήσει παθητική στάση και να περιμένει, αλλά να βαδίσει, ο ίδιος, εναντίον της "Αιώνιας Πόλης". Διαβαίνοντας με το στράτευμά του (50.000 πεζοί, 10.000 ιππείς και 37 πολεμικοί ελέφαντες) τον ποταμό Έβρο (σημερινή Ισπανία) και ανακαταλαμβάνοντας την πόλη Seguntum, ο Αννίβας παραβίαζε τη συνθήκη ειρήνης που είχε συναφθεί με τους Ρωμαίους. Δύο ήταν οι πιθανές διαδρομές που μπορούσαν να ακολουθήσουν οι Καρχηδόνιοι. Η πρώτη, δια θαλάσσης, ήταν απαγορευτική διότι το ρωμαϊκό ναυτικό που κυριαρχούσε σε αυτόν τον τομέα, καραδοκούσε να καταβυθίσει οποιαδήποτε αποβατική ενέργεια. Η δεύτερη, που ήταν και η μόνη χερσαία οδός που παρέκαμπτε τον τεράστιο ορεινό όγκο των Άλπεων και οδηγούσε στην κοιλάδα του Πάδου, στη βόρεια Ιταλία, φυλασσόταν καλά από τις ρωμαϊκές λεγεώνες. Γι' αυτό οι Ρωμαίοι αισθάνονταν ασφαλείς και δεν έδιναν και ιδιαίτερη σημασία στα σχέδια του Αννίβα. Για τον ίδιο, όμως, υπήρχε και τρίτη διαδρομή που, μέχρι εκείνη τη στιγμή, θεωρούνταν απροσπέλαστη. Μέσω των Άλπεων. Όταν ανακοινώνει αυτή του την απόφαση στους στρατηγούς του, εκείνοι θορυβούνται από το αδιανόητο αυτό σχέδιο και προσπαθούν να τον μεταπείσουν λέγοντάς του, ότι δεν υπάρχει δρόμος μέσα από τις δύσβατες, χιονοσκέπαστες, αλλά και αχαρτογράφητες για τους ίδιους, οροσειρές των Άλπεων. Ο Αννίβας απαντά με το μνημειώδες: "Aut viam inveniam, aut faciam" (λατινικά), (Ή θα βρω τον δρόμο ή θα τον φτιάξω). Μέχρι εκείνη τη στιγμή, κανένας στρατός αυτού του μεγέθους δεν είχε αποτολμήσει να διασχίσει τις Άλπεις. Ο Αννίβας κινείται με δεξιοτεχνία και ταχύτητα στην εχθρική γαλατική νότια Γαλλία και αποφεύγει με ευφυή τεχνάσματα και ελιγμούς τους Ρωμαίους που σπεύδουν να τον αντιμετωπίσουν. Το φθινόπωρο του 218 π.Χ. οι αφιλόξενες Άλπεις, μαζί με τα πρώτα χιόνια υποδέχονται και το καρχηδονιακό εκστρατευτικό σώμα. Όμως, οι άνδρες του, προερχόμενοι σχεδόν όλοι από θερμά κλίματα και με ιδιαίτερα ελαφριές ενδυμασίες, ούτε εξοπλισμένοι, ούτε εφοδιασμένοι είναι κατάλληλα. Οι κακουχίες, οι στερήσεις, το γεωγραφικό ανάγλυφο και οι αδυσώπητες συνθήκες που επικρατούν σε τέτοιο υψόμετρο τους αποδεκατίζουν. Μάλιστα, ένα από τα θύματα είναι και ο ίδιος ο γιος του Αννίβα, ο Φουάβα, που υποκύπτει στο κρύο. Μία εκδοχή αναφέρει, πως ο Αννίβας θέλοντας να ενθαρρύνει και να παρακινήσει τους άνδρες του και να τους αποδείξει το στέρεο του εδάφους, ξεπεζεύει και με ένα ραβδί χτυπά τους βράχους φωνάζοντας, προκαλώντας έτσι μία χιονοστιβάδα που τους καταπλακώνει. Τα περισσότερα θύματα, εκ των οποίων και ελέφαντες, καταγράφονται στην κατάβαση, αφού οι πτώσεις είναι συνεχείς και η αντοχή εξαντλείται. Η ακριβής διαδρομή που ακολούθησε ο Αννίβας και ο στρατός του αποτελεί και σήμερα αντικείμενο έρευνας και διαφωνιών. Πιο πιθανό θεωρείται ότι χρησιμοποιήθηκε το πέρασμα Κολ ντυ Μοντ Ζενέβρ. Παρά τα προβλήματα και τις απώλειες, ο στρατός του Καρχηδόνιου ηγέτη, ολοκληρώνει το φοβερό αυτό ελιγμό, περνώντας στην, εντεύθεν των Άλπεων, Γαλατία και ξεχύνεται στις πεδιάδες της. Το τίμημα, όμως, είναι βαρύ. Υπολογίζεται πως το μισό από το αρχικό στράτευμα του Αννίβα χάνεται κατά τη διέλευση των Άλπεων, η οποία αποτελεί, μέχρι σήμερα, μία από τις πιο εντυπωσιακές, ριψοκίνδυνες και αμφιλεγόμενες επιχειρήσεις στην Παγκόσμια Ιστορία. Ο Αννίβας θα προσπαθήσει να αναπληρώσει αυτές τις απώλειες στρατολογώντας τους, αρχικά, δύσπιστους και απρόθυμους Γαλάτες της περιοχής. Ευρισκόμενος στο κατώφλι της Ρώμης θα καταφέρει συντριπτικές νίκες εναντίον της, όπως στη μάχη του ποταμού Τρεβία, της λίμνης Τρασιμένης και στις Κάννες ( μία από τις πλέον φονικές μάχες της αρχαιότητας), εφαρμόζοντας εμπνευσμένα, καινοφανή στρατηγήματα και αξιοποιώντας τους ελέφαντες και το βαρύ νουμιδικό ιππικό του. Το "Hannibal ante portas" (Ο Αννίβας προ των πυλών) στοιχειώνει τη Ρώμη, ενώ η δημόσια αναφορά στο όνομά του ποινικοποιείται. Παρ' όλα αυτά, κωλυσιεργεί, αναλώνεται στον προσεταιρισμό των ρωμαϊκών συμμάχων, δεν προχωρά σε πολιορκία και πλήρη αποκλεισμό της, περιμένοντας τους Ρωμαίους να παραδοθούν. Αυτό δίνει τον απαιτούμενο χρόνο στους Ρωμαίους για ανασύνταξη και πόλεμο φθοράς. Ο αδερφός του, ο Μάχερμπαλ αναγκάζεται να του πει: "Αννίβα, ξέρεις πώς να νικάς, αλλά όχι πώς να εκμεταλλεύεσαι τις νίκες σου". Η Ιστορία μας έχει χαρίσει ελάχιστα παραδείγματα φωτισμένων ηγετών που μπορούσαν να συνδυάσουν τη στρατηγική ευφυϊα με τον πολιτικό ορθολογισμό. Έτσι, ο στρατηλάτης, που παρέμεινε αήττητος σε ευρωπαϊκό έδαφος, ηττάται στη Ζάμα, από το Σκιπίωνα τον Αφρικανό και η Καρχηδόνα ηττημένη για 2η φορά, υπογράφει ειρήνη, με επαχθέστατους όρους, με τους Ρωμαίους. Ο Αννίβας καταδιωκόμενος και περιπλανώμενος αυτοκτονεί το 182 π.Χ. Οι Ρωμαίοι, όμως, ποτέ δεν ξέχασαν την ταπείνωση και τον τρόμο που τους προκάλεσε ο Αννίβας και τελικά πραγμάτωσαν το "Carthago delenda est" ( Η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί), ξεθεμελιώνοντας την πόλη το 146 π.Χ., σβήνοντάς τη από το χάρτη μια για πάντα και εξανδραποδίζοντας το σύνολο του πληθυσμού της.

Πηγές:
- "Οι χειρότερες αποφάσεις της Ιστορίας και οι άνθρωποι που τις πήραν", εκδόσεις Κλειδάριθμος
-http://www.militaryhistory.gr/index.php/articles/view/5
http://greekworldhistory.blogspot.gr/2013/08/blog-post.html
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%84_%CE%9A%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B7%CE%B4%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CE%A0%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CF%82



Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016

"Το πρώτο σκαλί" Κ.Π.Καβάφης



                                                                      Eις τον Θεόκριτο παραπονιούνταν
                                                                      μιά μέρα ο νέος ποιητής Ευμένης,
                                                                      «Τώρα δυό χρόνια πέρασαν που γράφω
                                                                       κ’ ένα ειδύλλιο έκαμα μονάχα.
                                                                      Το μόνον άρτιον μου έργον είναι.
                                                                      Αλλοίμονον, ειν’ υψηλή το βλέπω,
                                                                      πολύ υψηλή της Ποιήσεως η σκάλα
                                                                      κι απ’ το σκαλί το πρώτο εδώ που είμαι
                                                                      ποτέ δεν θ’ ανεβώ ο δυστυχισμένος».
                                                                      Ειπ’ ο Θεόκριτος «Αυτά τα λόγια
                                                                      ανάρμοστα και βλασφημίες είναι.
                                                                      Κι αν είσαι στο σκαλί το πρώτο, πρέπει
                                                                      νά 'σαι υπερήφανος κ’ ευτυχισμένος.
                                                                      Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι
                                                                      τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.
                                                                      Κι αυτό ακόμη το σκαλί το πρώτο
                                                                      πολύ από τον κοινό τον κόσμο απέχει.
                                                                      Εις το σκαλί για να πατήσεις τούτο
                                                                      πρέπει με το δικαίωμά σου νά 'σαι
                                                                      πολίτης εις των ιδεών την πόλι.
                                                                      Και δύσκολο στην πόλι εκείνην είναι
                                                                      και σπάνιο να σε πολιτογραφήσουν.
                                                                      Στην αγορά της βρίσκεις Νομοθέτας
                                                                      που δεν γελά κανένας τυχοδιώκτης.
                                                                      Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι
                                                                      τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.»

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2016

Μια αράχνη σφραγίζει τη μοίρα της Σκωτίας;

Χρονική Περίοδος: Ά Πόλεμος για την Ανεξαρτησία της Σκωτίας, 1296-1328 μ.Χ.
Πρόκειται για έναν ευρέως διαδεδομένο θρύλο στη "σκότια Χώρα". Το 1305 εκτελείται στο Λονδίνο ο φυσικός ηγέτης της εξεγερμένης λαϊκής μάζας της σκωτσέζικης υπαίθρου και των υψιπέδων, που απαρτίζονταν κυρίως από Χαϊλάντερς, ο William Wallace. Το διαμελισμένο του κορμί εκτίθεται σε κοινή θέα σε Newcastle, Berwick, Stirling και Perth προς "γνώση και συμμόρφωση". Η στάση των Σκωτσέζων ευγενών μέχρι αυτό το σημείο, χαρακτηρίζεται από παλινωδίες μεταξύ της στήριξης της εξέγερσης των ομοεθνών τους και της υποταγής στο Αγγλικό Στέμμα. Από τη μία δε θέλουν να απολέσουν το όποιο λαϊκό έρεισμα διαθέτει ο καθένας, με σκοπό να το χρησιμοποιήσουν κατάλληλα για τη διεκδίκηση του σκωτσέζικου θρόνου και από την άλλη θέλουν να εξασφαλίσουν τις αξιοσημείωτες περιουσίες τους, ιδίως αυτές που βρίσκονται σε αγγλικό έδαφος, από αγγλική υφαρπαγή. Ένας από αυτούς τους 13 διεκδικητές της ανάρρησης στο θρόνο της Σκωτίας είναι και ο Robert the Bruce. Γόνος πολύ ισχυρής φατρίας (clan), που κυριαρχεί στα νοτιοδυτικά της χώρας, με τον παππού του να υπήρξε κάτοχος του θρόνου. Το 1306 τάσσεται οριστικά στο πλευρό των επαναστατών. Σε μία συνάντησή του με τον έτερο ισχυρότερο συνδιεκδικητή, John Comyn, στην εκκλησία Greyfriars, διαπληκτίζονται και, εν θερμώ, τον δολοφονεί, πράξη που οδηγεί σε σκωτσέζικο εμφύλιο μεταξύ των φατριών. Παρ' όλα αυτά ο Robert the Bruce ανακηρύσσεται τελικά βασιλιάς της Σκωτίας στο Σκόουν, τηρώντας όλο το απαραίτητο εθιμοτυπικό τελετουργικό με την υποστήριξη της Καθολικής Εκκλησίας. Η συνέχιση, όμως, της επανάστασης κρέμεται από μία κλωστή. Ο εμφύλιος μαίνεται και οι ήττες από τους Άγγλους διαδέχονται η μία την άλλη, με αποκορύφωμα τη μάχη του Methven, όπου οι Σκωτσέζοι αντικρίζουν τον αφανισμό και ο Robert the Bruce θα διαφύγει, κυριολεκτικά, την τελευταία στιγμή. Το τελευταίο του οχυρό, το κάστρο του Kildrummie, πέφτει στα χέρια των Άγγλων. Ο αδερφός του εκτελείται και η γυναίκα του αιχμαλωτίζεται.  Κυνηγημένος και απομονωμένος βρίσκει καταφύγιο σε μία σπηλιά. Εκεί, φορώντας την καρό του κάπα στα χρώματα της φατρίας του, κόκκινο-πράσινο με χρυσαφένια ρίγα. δεν είναι η υγρασία και το κρύο που του "τρυπάνε" το σώμα. Η απόγνωση τον έχει ζώσει. Σκέφτεται να μεταπηδήσει στην Ιρλανδία ή να καταφύγει, ως Σταυροφόρος, στους Αγίους Τόπους.
Ενώ, οι σκέψεις τον στοιχειώνουν, παρατηρεί δίπλα του μία αράχνη που προσπαθεί να υφάνει τον ιστό της εις μάτην. Έξι φορές θα επιχειρήσει να στήσει το "ασημένιο" της δόκανο σε μία εσοχή του βράχου, έξι φορές θα αποτύχει. Έξι φορές είχε ηττηθεί και ο Robert the Bruce από τους Άγγλους ως εκείνη τη στιγμή. Την έβδομη φορά η αράχνη αμείβεται για την επιμονή της και είναι πια έτοιμη να περιμένει τη λεία της. Αυτό ήταν. Βλέποντάς το, ο βασιλιάς της Σκωτίας φωτίζεται και βγαίνει από το υγρό του καταφύγιο, αποφασισμένος να μην τα παρατήσει και συνεχίσει τον αγώνα.
Το 1307 ο Εδουάρδος Ά ο Μακρυπόδης, η Σφύρα των Σκωτσέζων, όπως αποκαλούνταν, ενώ βρίσκεται  στα σύνορα των δύο χωρών με ισχυρή εκστρατευτική δύναμη προ κειμένου να σβήσει οριστικά κάθε επαναστατική εστία που είχε απομείνει, πεθαίνει. Επρόκειτο για έναν άνθρωπο ικανότατο, πανούργο και αδίστακτο. Ο διάδοχός του, Εδουάρδος ΄Β, σε αντιδιαστολή με τον πατέρα του ήταν μαλθακός, στερούνταν οποιασδήποτε ηγετικής ικανότητας και προτιμούσε  τις ανέσεις της βασιλικής του κάμαρας από την εποπτεία των εδαφών της Αγγλίας. Οι ελπίδες των Σκωτσέζων για την τελική επίτευξη της Ανεξαρτησίας τους αναζωπυρώνονται εκ νέου. Ο Robert the Bruce ενώνει τις φατρίες κάτω από το θυρεό με τον ερυθρό λέοντα ( μετέπειτα Θυρεός της Σκωτίας) και ανακτά ένα-ένα όλα τα κάστρα που είχε χάσει. Μένει ένα τελευταίο. Αλλά το πιο οχυρό και το πιο σημαντικό στρατηγικά. Αυτό του Stirling. 1314. Οι Άγγλοι γνωρίζουν πως σε περίπτωση που χάσουν το κάστρο αυτό, είναι αναγκασμένοι να επιστρέψουν σε αγγλικό έδαφος και συγκεντρώνουν ισχυρές δυνάμεις στην περιοχή. Στη μάχη του Bannockburn που ακολουθεί, κοντά στη γέφυρα του Stirling όπου το 1297 ο Wallace κατήγαγε περηφανή νίκη, οι Σκωτσέζοι αντιμετωπίζουν τριπλάσιες και πλέον αγγλικές δυνάμεις, ενώ υστερούν τόσο αριθμητικά, όσο και ποιοτικά σε ιππικό. Όμως, η ορμητικότητα των Χαϊλάντερς και η άριστη τακτική αξιοποίηση των σίλτρονς ( schiltrons ) θα τους χαρίσουν μία καθοριστική νίκη.
Τα σίλτρονς, το σκωτσέζικο αντίμετρο των πεζών Χαϊλάντερς απέναντι στο "θωρακισμένο" βαρύ αγγλικό ιππικό, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά πυκνοί σχηματισμοί πεζικού που προέτασσαν μακρυά, ξύλινα, αυτοσχέδια δόρατα από κορμούς δέντρων, δημιουργώντας ένα αδιαπέραστο τείχος για τους έφιππους, που δεν μπορούσαν, πλέον, να τους διασπάσουν. Εξελίχθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν, κατά κόρον, ως τους Ναπολεόντειους πολέμους και τον υπόλοιπο 19ο αιώνα, από όλους τους μεταγενέστερους, τακτικούς και άτακτους στρατούς. Η Ανεξαρτησία της Σκωτίας σφραγίζεται και επίσημα με τη συνθήκη του Εδιμβούργου-Νορθάμπτον το 1328. Βέβαια, ακολούθησαν ακόμη πολλοί φονικοί πόλεμοι, μέχρι τον 18ο αιώνα, οπότε και η Σκωτία προσχώρησε, πλέον, οριστικά στο αγγλικό βασίλειο. Στην αγωνιώδη αυτή πορεία του σκωτσέζικου λαού, τη γεμάτη θυσίες και πόνο, ο θρύλος του William Wallace δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί τη φωτιά, που θέρμαινε τις ψυχές των πολεμιστών της ελευθερίαςΗ πρώτη γραπτή αναφορά στο θρύλο της αράχνης έρχεται πολύ αργότερα, μόλις το 1830, από τον Sir Walter Scott ( Ιβανόης, Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, Ρομπ Ρόυ), ενώ για τη γνήσια τοποθεσία "ερίζουν" πολλές σπηλιές στο Drumadoon του Arran, στο Lockerbie, στο Balquhidder Glen, στη νήσο Rachrin της Ιρλανδίας. Είναι η ανάγκη του εκάστοτε λαού ή ενός ατόμου να πλέκει τεχνηέντως την ιστορία με το μύθο και να γεννά θρύλους, ήρωες, σύμβολα, ώστε να διατηρείται ακμαία η μαχητική διάθεση, η αγωνιστικότητα και η καρτερία για την τελική πραγμάτωση ενός σκοπού, ειδικά μέσα σε συνθήκες που αυτός φαντάζει απραγματοποίητος. Άραγε, αν γνώριζε ο Έντισον το συγκεκριμένο τον θρύλο, πόσες δικές του "αράχνες" θα είχε μετρήσει πριν ισχυριστεί; "Δεν απέτυχα, απλά βρήκα 10000 τρόπους που δεν λειτουργούν".




 Πηγές:


Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Γέφυρα Κλειδωνιάς - Γέφυρα Αρίστης (Πεζοπορία)

Ιωάννινα - Γέφυρα Κλειδωνιάς: 52 χλμ
Πεζοπορική Διαδρομή: 6χλμ
Διάρκεια; 1.45 λεπτά






Ο ποταμός Βοϊδομάτης (πηγή νερού) χαρακτηρίζεται ως ένα από τα καθαρότερα και πιο όμορφα υδάτινα οικοσυστήματα της Ευρώπης, κάτι που ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί σε αυτή την εύκολη, μικρής διάρκειας και απαράμιλλου κάλλους πεζοπορική διαδρομή. Με αφετηρία το γεφύρι της Κλειδωνιάς, βαδίζουμε στη δεξιά όχθη του ποταμού, αρχικά σε πλακοστρωμένο και στη συνέχεια σε καλά πατημένο μονοπάτι. Στο τέλος της διαδρομής συναντούμε επίσης πλακόστρωτο αλλά και την επαρχιακό οδό Παπίγκου - Αρίστης, όπου και θα ακολουθήσουμε για λίγο, για να βρεθούμε τη γέφυρα της Αρίστης. Η διαδρομή έχει μικρή υψομετρική διαφορά και γίνεται στη σκιά θεόρατων πλατάνων και παρόχθια του ποταμού. Λίγο πριν συναντήσουμε το δεύτερο πλακόστρωτο, σε μία "διασταύρωση", στα δεξιά μας αποκαλύπτεται μία καλά κρυμμένη φυσική παραλία, πλασμένη από την πιο ευρηματική φαντασία. Ειδικά το Φθινόπωρο η παλέτα του φυσικού ζωγράφου βάφει το τοπίο με όλους τους συνδυασμούς των γαλαζοπράσινων νερών του ποταμού, του καφέ των πεσμένων φύλλων και του γκρίζου των πετρωμάτων πυριτόλιθου.













Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

Μία αλλιώτικη Πρωτοχρονιάτικη ιστορία




 Τα βλέφαρά του άνοιξαν, ίδια φατνώματα κουρσάρικου, και μέσα τους ξεπρόβαλλε το απείκασμα μιας φλόγας που χόρευε ασίκικο χορό πάνω στα πυρωμένα κούτσουρα, απέναντι στην επιβλητική, δωρική, μαρμάρινη εστία. Ο ήχος των ξύλων που έσκαζαν ασυντόνιστα μέσα στο τζάκι συντρόφευε το ελαφρύ τρίξιμο των ξύλινων σανίδων του πατώματος που προκαλούσε η ράθυμη, περιοδική κίνηση της κουνιστής, περίτεχνα σκαλισμένης, πολυθρόνας που τον φιλοξενούσε. Έξω, ένας άνεμος αρειμάνιος, σωστός μαέστρος, ενορχήστρωνε τη δική του απόκοσμη συμφωνία βασιζόμενος στα λικνιζόμενα πελώρια έλατα που πασπάλιζαν το παγωμένο χώμα με χιόνι από τους κλώνους τους και στις χαραμάδες των πετρόκτιστων τοίχων που λειτουργούσαν άριστα σαν φυσικές σφυρίχτρες. Μέσα, η βαριά νοτισμένη ατμόσφαιρα της σάλας παρέα με τον καπνό της πίπας που φυσούσε και ξεφυσούσε με ευαρέσκεια, προσομοίαζαν σε παραποτάμια αυγερινή αχλή. Ο χώρος πλημμύριζε με τα φρουτώδη αρώματα που ανέδιδε, καιόμενο, το αγαπημένο του σκανδιναβικό μείγμα καπνού. Ένα φως, πελιδνό, πάσχιζε να αποκαλύψει κάθε πτυχή ενός τεράστιου σκαριφήματος κολάζ που έστεκε μισοκαρφωμένο, εν είδει εκκρεμούς, στον πλαινό τοίχο. Το βλέμμα του περπατούσε αργά και με τάξη πάνω στις δεκάδες εικόνες που το απάρτιζαν. Επρόκειτο για τοπία και τοποθεσίες, απρόσωπες αλλά, με διαφορετικό τρόπο η κάθε μία, γνώριμες και οικείες. Άλλες τις είχε επισκεφτεί, άλλες τις είχε ονειρευτεί, άλλες τις είχε πλάσει, άλλες ήταν απλά προïόν παρειδωλίας της φαντασίας του. Ώσπου, αίφνης, πάγωσε, λες και αντίκρισε το ίδιο το γοργόνειο. Αποτυπωνόταν μπροστά του η Δημιουργία του Αδάμ, του Μιχαήλ Αγγέλου, στην Καπέλα Σιξτίνα. Ο Πλάστης δίνει πνοή στον, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση, Πρωτόπλαστο μέσω των δεικτών των χεριών τους που συνδέονται άρρηκτα, χωρίς, όμως, ποτέ να συναντιούνται. Μια σκέψη ενθεογενής, σαν άλλο Πάρθιο βέλος, του γαλβάνιζε επίμονα το νου. Τι και αν στη σύνθεση ενυπάρχει μια ιδιότυπη αμφισημία που επιδέχεται παραπάνω της μίας ερμηνείας; Τι και αν ο νεφεληγερέτης υπεραιωνόβιος  Γέρος, είναι ο Χρόνος που ορίζει εφεξής και αενάως το νεότευκτο Κοσμοείδωλο; Τι κι αν υποβαστάζεται στους δικούς Του 12 Αποστόλους, τους Μήνες,  που δύνανται να στοιχιθούν σε τέσσερις ζυγούς των τριών; Ο Χρόνος, αυτός ο πανδαμάτωρ και πάνσοφος. Ο άχρονος Χρόνος, ο αδέκαστος Κριτής όλων, ο ακάματος Θεραπευτής με τα δικά του Θαύματα και τις δικές του Πληγές. Αυτός που εμφυσεί πνοή Επιστήμης στο Κοσμοείδωλο. Αυτός που αποτελεί το σταθερά μεταβαλλόμενο σημείο αναφοράς, είτε ως φυσικό, είτε ως οικονομικό, είτε ως ιστορικό, είτε ως υπερβατικό μέγεθος. Αυτός που συμπυκνώνει ο Ηράκλειτος στη φράση « Τα πάντα ρει, ουδέν μένει». Αυτός που αναδεικνύει τις δύο όψεις του δικού του κοσμικού νομίσματος, αυτού της Φθοράς. Από τη μία ο Προμηθέας και από την άλλη ο Ηρόστρατος . Στο δικό Του ανήκεστο καλεντάρι, στρουκτούρα πνεύματος, συνείδησης,  φαιάς ουσίας, σάρκας και αίματος, χαράσσονται ρέκτες και άβουλοι και ματαιόδοξοι. Οι λίγοι πιονιέροι που με τη θεωρία και το έργο τους εξύψωσαν ή διαγούμισαν τον ανθρώπινο Πολιτισμό. Οι πολλοί ανώνυμοι που γίνονται αποδέκτες των επίχειρων των πράξεων τους σε έναν συνεχή αντιπραγρατισμό που διαμορφώνεται από μια κάποια συμπαντική Δικαιοσύνη. Εκεί αθροίζονται οι, ανά τους αιώνες, πρωτόλειες συλλήψεις ολοκλήρωσης του ανθρώπου ως έλλογου και κοινωνικού όντος. Ωριμάζουν και κατακρημνίζονται ή ακροβατούν επιδέξια πάνω από την άβυσσο της λήθης  του Χρόνου που χάσκει μπροστά τους.  Ο πολίτης της πλατωνικής πολιτείας, ο κυνικός του Αντισθένη,  ο απελεύθερος της ρωμαικής res publica,ο θρησκόληπτος του μεσαίωνα, ο homo universalis του Διαφωτισμού, ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε, ο Άριος του ναζισμού,  ο ταξισυνείδητος προλετάριος, ο φιλόδοξος, ατομιστής γιάπης και τόσοι, τόσοι άλλοι. Στην προσπάθειά τους να ποδηγετήσουν το Χρόνο, χρεοκόπησαν, αφού η Φθορά απαίτησε πίσω τα θαλασσοδάνεια που είχε χρεώσει στον καθένα τους. Ο Χρόνος, όμως, λειτουργεί αταβιστικά. Έτσι, απομεινάρια τους ή η ολότητά τους γίνονται ενεργά ή ασυναίσθητα αντιληπτά και αναλαμβάνουν και πάλι το ρόλο τους ξανά και ξανά κάθε στιγμή, κάθε ώρα, κάθε ημέρα στο ημερολόγιο του Χρόνου.
Το γλωσσίδι της άυλης καμπάνας του Χρόνου σημαίνει για όλους και για όλα. Τότε ο καθένας πράττει ή αδρανεί, πορεύεται ή εθελοτυφλεί ανάλογα με την ανάκαρα της συνείδησής του και το ηθικό του έρμα. Νταν, Νταν, Νταν, Νταν.Νταν.
Ο ήχος τον συγκλονίζει σύγκορμο. Ο Γέρος του Μιχελάντζελο έχει γείρει και τον επιτηρεί στωικά κατάματα. Μια θρυαλλίδα μέσα του οδηγεί σε μία έκρηξη πρωτόγνωρη, χρωματίζοντας με ζέση το συναισθηματικό του φαλιμέντο. Τα μηνίγγια του τον σφυροκοπούνε αδιάλειπτα. Τα σωθικά του καίνε. Παραλύει. Ο Χρόνος τον έχει καθηλώσει, έρμαιο ζωντανό,  με τη θωριά του. Αδύνατον. Αδύνατον. Νταν, Νταν,Νταν, Νταν. Πετάγεται όρθιος σαν ελατήριο. Οι δείκτες της αντίκας ρολογιού τοίχου δείχνουν δώδεκα ακριβώς. Βεβαιώνεται πως έχει ξυπνήσει. Κοιμόταν μόλις είκοσι λεπτά της ώρας, αλλά ένιωθε πως πέρασαν αιώνες.Περίεργα τα παιχνίδια του χρόνου, σκέφτεται. Χαμογελά. Σε λίγο χρόνο, θα καταφτάσουν οι συνοδοιπόροι που έχει επιλέξει για τη ζωή του. Θέλει να εγκιβωτίσουν όσες περισσότερες αναμνήσεις μπορούν στο θυμικό τους, για να ξεπληρώσουν τη Φθορά. Τώρα ξέρει. Αυτές είναι τα δώρα ή οι κατάρες του Χρόνου. Εξάλλου πάντα υπάρχει αρκετός χρόνος μπροστά του, αλλά λιγότερος από χθες. Δε θέλει πια να νικήσει το Χρόνο. Δεν μπορεί. Πλέον, Τον θέλει σύμμαχο. Ντριιιν. Το κουδούνι της εξώθυρας χτυπά.