Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

"Η Φρουρά δεν παραδίδεται, πεθαίνει..."


Χρονική περίοδος: Ναπολεόντειοι Πόλεμοι (Μάχη του Βατερλώ, 18 Ιούνη 1815)

   Στο αναπεπταμένο πεδίο του Βατερλώ, του βέλγικου χωριού πλησίον των Βρυξελλών, ορίζεται η μοίρα της Ευρώπης του 19ου αιώνα. Ο Μέγας Ναπολέων αντιμετωπίζει τον 7ο Ενωμένο Συνασπισμό σε μία αναμέτρηση, όπου ο θρίαμβος με τη συντριβή ακροπατούν σε μία ιδιότυπη διελκυστίνδα συγκυριών ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα, μέχρι την τελευταία στιγμή.
   Ως το απόγευμα, τίποτε δεν έχει πάει κατ' ευχήν για το μεγάλο στρατηλάτη ( συγκυρίες και παράγοντες που θα αναλυθούν σε επόμενη ανάρτηση ). Παρ' όλα αυτά, βρίσκεται ακόμη σε θέση να "κλέψει" τη νίκη την τελευταία στιγμή, όπως τόσες και τόσες φορές στο παρελθόν. Βρισκόμαστε στην 3η και τελική φάση της μάχης.
   5μμ: Οι Πρώσοι του Μπλύχερ κάνουν την εμφάνισή στον ορίζοντα και απειλούν το δεξιό κέρας των Γάλλων με κατάρρευση. Ο Ναπολέων αναγκάζεται να στείλει, αμέσως, 2 ταξιαρχίες της Νέας και 2 τάγματα της Παλαιάς Φρουράς στο Πλανσενουά, για να σταθεροποιήσουν το μέτωπο απέναντι σε τριπλάσιες πρωσικές δυνάμεις και να κερδίσει χρόνο για μία τελική επίθεση στο κέντρο της αγγλικής παράταξης. Όπερ και εγένετο.
   6.45μμ: Με την καθοδήγηση του ίδιου του Ναπολέοντα,  τα τάγματα της Παλαιάς Φρουράς συγκεντρώνονται, υπό τον ήχο τυμπάνων και εμβατηρίων, μόλις 600 μέτρα από την εχθρική παράταξη, ώστε να βαδίσουν ακλόνητα εναντίον της και να χαρίσουν τον απόλυτο θρίαμβο στο λατρεμένο τους Αυτοκράτορα. Οι μυστακοφόροι βετεράνοι γρεναδιέροι της Παλαιάς Φρουράς, οι αποκαλούμενοι "Γκρινιάρηδες", αποτελούσαν την απόλυτη ελίτ του γαλλικού στρατεύματος. Χρησιμοποιούνταν μόνο σε κρίσιμες καμπές μιας σύγκρουσης, ώστε να ανατρέψουν τάχιστα και αμετάκλητα τα δεδομένα ή να δώσουν τη "χαριστική βολή" στον αντίπαλο και υπήρξαν, μέχρι εκείνη τη στιγμή, αήττητοι.  Αποδεκατισμένα τμήματα των Γάλλων, βλέποντας τη Φρουρά να προωθείται, αναθαρρούν και σπεύδουν να την συνδράμουν.
   Αλλά, ας δούμε, πως περιγράφεται αυτή η συγκλονιστική και τραγική συνάμα σκηνή από την πένα κορυφαίων λογοτεχνών, όπως του Arthur Conan Doyle ( Οι περιπέτειες του Ζεράρ ) και του Victor Hugo ( Οι Άθλιοι ).
...Αμέσως μετά, ο ουσάρος Ζεράρ εστάλη ως αγγελιοφόρος στον Γκρουσύ, για να του πει να σπεύσει σε βοήθεια του Αυτοκράτορα. Κάλπασε κάθετα μπροστά στις παρατεταγμένες εφεδρείες του γαλλικού Στρατού. "Παρακάτω στεκόταν το ιππικό της Παλαιάς Φρουράς, 12 ολόκληρα συντάγματα. Όλοι τους ήταν βετεράνοι, που είχαν πολεμήσει σε πλήθος μαχών, σοβαροί και αυστηροί, με μακριές, γαλάζιες χλαίνες και ψηλά γούνινα καπέλα, που τους είχαν βγάλει τις φούντες. Όλοι τους κρατούσαν μέσα στα δερμάτινα σακίδιά τους, που είχαν κρεμασμένα στην πλάτη τους, την ασπρογάλαζη επίσημη στολή τους, που θα τη φορούσαν την άλλη μέρα για την είσοδό τους στις Βρυξέλλες. Καθώς περνούσα από μπροστά τους, συλλογιζόμουν πως αυτοί οι άνδρες δεν είχαν νικηθεί ποτέ κι όπως κοιτούσα τα τραχιά και ηλιοψημένα τους πρόσωπα και την αυστηρή και σιωπηλή εμφάνισή τους, είπα μέσα μου πως δεν ήταν δυνατό να νικηθούν ποτέ... ...Το θέαμα που ξανοίχτηκε μπροστά μου με κράτησε ασάλευτο και βουβό, σαν να είχα γίνει ξαφνικά ένας υπέροχος έφιππος ανδριάντας. Είχα αφήσει δύο μεγάλες στρατιές, μία από κάθε πλευρά της κοιλάδας κι έναν ανοιχτό χώρο ανάμεσά τους. τώρα δεν έβλεπα παρά μακριές σειρές από κουρελιάρικα ξέφτια τσακισμένων κι εξαντλημένων συνταγμάτων στις δύο κορυφογραμμές κι ανάμεσά τους μια ολόκληρη στρατιά από νεκρούς και πληγωμένους. Σε δύο μίλια μάκρος και μισό μίλι πλάτος, ο κάμπος ήταν στρωμένος με ανθρώπινα κορμιά. Στη μακρυά πλαγιά που ήταν οι βρετανικές θέσεις, ανέβαινε ένα κινούμενο δάσος μαύρο, ορμητικό, κυματιστό, αδιάσπαστο. Μήπως δε γνώριζα τα βελούδινα καπέλα της Φρουράς; Μήπως δεν ήξερα, μήπως δεν μου το έλεγε το στρατιωτικό μου ένστικτο πως αυτές ήταν οι τελευταίες εφεδρείες της Γαλλίας; Και πως ο Αυτοκράτορας, σαν ένας απελπισμένος παίκτης, τα πόνταρε όλα για όλα στο τελευταίο του ατού;"... ...Η Αυτοκρατορική Φρουρά καταλάβαινε πως πήγαινε να πεθάνει και φώναξε " Ζήτω ο Αυτοκράτορας!!". Δεν υπάρχει πιο σπαρακτικό πράγμα στην Ιστορία, από την αγωνία αυτή που ξεσπά σε ζητωκραυγές. Φάνηκε μια απαίσια κόκκινη δύση κι ένας μεγάλος ήλιος που βασίλευε. Στο Αούστερλιτς τον είχαν δει να ανατέλλει κιόλας... ...Όταν τα ψηλά καπέλα των γρεναδιέρων της Φρουράς, με την πλατιά πλάκα και τον αετό, φάνηκαν, συμμετρικά κι ευθυγραμμισμένα, ήσυχα και θαυμαστά μέσα στον κουρνιαχτό της παλαίστρας αυτής, ο εχθρός ένιωσε το αξιοσέβαστο της Γαλλίας. Τους φάνηκε πως έβλεπαν είκοσι μάχες να μπαίνουν στον αγώνα με τα φτερά ανοιγμένα.... ...Ο Ζεράρ παρακολουθούσε κι αυτός ανήμπορος και με μεγάλη αγωνία την τελευταία έφοδο της Φρουράς. Το κύμα των βελούδινων καπέλων κυλούσε ολοένα μπροστά, όταν άξαφνα, με ένα τράνταγμα που έφτασε ως τα αυτιά μου, έπεσε πάνω στο βρετανικό πεζικό. Ένα λεπτό πέρασε.. Κι άλλο. Κι άλλο. Η ψυχή μου ανέβηκε στο στόμα. Πότε πήγαιναν μπρος και πότε πίσω. Δεν προχωρούσαν πια, τους είχαν συγκρατήσει. Θεέ μου! Άρχιζαν, λοιπόν, να σπάζουν; Ήταν δυνατόν; Είδα ένα μαύρο στίγμα να κατεβαίνει στο λόφο, ύστερα δύο, ύστερα τέσσερα, ύστερα δέκα, ύστερα μια μεγάλη άμορφη μάζα που πάλευε, σταματούσε, ορμούσε, αντιστεκόταν, ώσπου στο τέλος κομματιάστηκε και ξεχύθηκε κατεβαίνοντας με μεγάλη βιάση την πλαγιά. " Η Φρουρά έσπασε! Η Φρουρά έσπασε!", άκουγα να φωνάζουν ολόγυρά μου. Σ' όλο το μήκος της γραμμής το πεζικό το είχε βάλει στα πόδια και οι πυροβολητές είχαν παρατήσει τα κανόνια τους... ...Ανέβαιναν ολοένα, υπέροχοι, αδιάσπαστοι, ακαταμάχητοι. Τους μαστίγωναν τα μουσκέτα, τους θέριζαν τα κανόνια κι αυτοί προχωρούσαν σαν ένα μαύρο κύμα που αναδιπλωνόταν και κατάπινε τις βρετανικές πυροβολαρχίες... ...Η Αυτοκρατορική Φρουρά κατάλαβε, μέσα στο σκοτάδι, πως ο στρατός γύρω της δραπέτευε. Ένιωσε τον απέραντο κλονισμό της φυγής κι άκουσε την κραυγή, " Ο σώζων εαυτό σωθήτω!". Αλλά εξακολουθούσε να προχωρεί, αν και πίσω της έφευγαν. Όσο προχωρούσε, την κεραυνοβολούσαν περισσότερο και σε κάθε βήμα πέθαινε. Κανένας δε δίστασε, κανένας δε δείλιασε. Ο στρατιώτης μέσα σε αυτό το σώμα ήταν τόσο γενναίος, όσο και ο στρατηγός. Ούτε ένας δεν έλειψε από την αυτοκτονία...
...Για τον Ζεράρ, η εικόνα της οπισθοχώρησης της Φρουράς ήταν ένα σοκ πέρα από κάθε φαντασία. "Η Φρουρά έσπασε!". "Η Φρουρά οπισθοχωρεί!". "Σωθείτε, τρέξτε να σωθείτε. Προδοσία". Στρατιώτες ορμούσαν ξέφρενοι προς τα πίσω, πηδούσαν και κουτρουβαλούσαν σαν φοβισμένα πρόβατα. Φωνές κι ουρλιαχτά ακούγονταν ολόγυρά μου. Κι εκείνη τη στιγμή, καθώς κοιτούσα τις βρετανικές θέσεις, είδα κάτι που δε θα το ξεχάσω ποτέ μου. Ένας μοναχικός καβαλάρης στεκόταν πάνω στην κορυφογραμμή κι η σιλουέτα του διαγραφόταν σκοτεινή μέσα στην τελευταία κι οργισμένη λάμψη του ήλιου που έσβηνε στη δύση. Ήταν τόσο σκοτεινός κι ασάλευτος μέσα σ' εκείνο το απαίσιο φως, που θα 'λεγες πως ήταν το ίδιο το πνεύμα της Μάχης που στεκόταν πάνω από εκείνη τη φρικτή κοιλάδα, βυθισμένο σε σκυθρωπούς συλλογισμούς. Εκεί που τον κοιτούσα, έβγαλε ξαφνικά το καπέλο του και το σήκωσε στον αέρα, και μ' αυτό το σινιάλο, ολόκληρη η βρετανική στρατιά, με μια βαθιά και υπόκωφη βουή, σαν ένα κύμα που σπάζει, πλημμύρισε την κορυφογραμμή και ξεχύθηκε κάτω στον κάμπο... ...Η φυγή πίσω από την Αυτοκρατορική Φρουρά ήταν αξιοθρήνητη. Ο στρατός τσάκιζε από όλα τα μέρη μαζί, από το Ουγκομόν, τη Λα Αι Σαιν, το Παπελότ, το Πλανσενουά. Ακολούθησε η φωνή "Προδοσία!". Στρατός που σκορπίζει μοιάζει με πάγο που λιώνει. Όλα χαλάνε, ραγίζουν, τρίζουν, κυλιούνται, πέφτουν, συγκρούονται, τρέχουν, γκρεμίζονται. Αφάνταστη αποσύνθεση. Μάταια Ο Ναπολέων φράζει το δρόμο μ' ότι του έχει απομείνει από τη Φρουρά. Μάταια ρίχνει το ιππικό της σωματοφυλακής του. Το πρωσικό ιππικό, φρέσκο, ορμά, σπαθίζει, πετά, κόβει, πελεκάει, σκοτώνει, εξολοθρεύει. Τ' αμάξια αναποδογυρίζονται, τα πυροβόλα λιποτακτούν, οι στρατιώτες τους ξεπεζεύουν τ' άλογα, τα καβαλάνε και φεύγουν. Ένα πλήθος παραζαλισμένο γεμίζει τους δρόμους, τα μονοπάτια, τα γεφύρια, τις κοιλάδες, τους λόφους, τους κάμπους, τα δάση. Ξεφωνητά, απελπισία, σάκκοι και τουφέκια που πετιούνται μέσα στα σπαρτά, στρατιώτες που ανοίγουν δρόμο με σπαθιές. Κανείς δε γνωρίζει πια συνάδελφο, αξιωματικό, στρατηγό. Τους κατέχει απερίγραπτη τρομάρα. Ο Τσίτεν σπαθίζει τη Γαλλία με την άνεσή του. Τα λιοντάρια έγιναν λαγοί... ...Οι Άγγλοι δεν είχαν ούτε φρόνημα, ούτε ψυχή, παρά μόνο ένα στέρεο, ασάλευτο, βοδινό κρέας, που πάνω σ' αυτό σπάζαμε μάταια την ορμή μας. Αυτό ήταν φίλοι μου. Από τη μια μεριά ποίηση, ιπποτισμός, αυτοθυσία-- ό,τι το ωραίο και το ηρωικό. Κι από την άλλη μεριά βοδινό κρέας. Οι ελπίδες μας, τα ιδανικά μας, τα όνειρά μας, όλα τσακίστηκαν πάνω σ' αυτό το τρομερό βοδινό της Γηραιάς Αγγλίας... ...Το κυνηγητό που ακολούθησε ήταν τερατώδες. Ο Μπλύχερ διέταξε να τους ξεκάνουν όλους. Μερικά τετράγωνα της Φρουράς, ακίνητα μέσα στο ρεύμα της φυγής, σαν βράχοι στο χείμαρρο, βάσταξαν ως τη νύχτα. Κάθε τάγμα, απομονωμένο από τα άλλα και μη έχοντας πια κανένα σύνδεσμο με τον στρατό που είχε κοπεί σε χίλια κομμάτια, πέθαινε για λογαριασμό του. Το Ουλμ, το Βαγκράμ, η Ιένα, το Φρίντλαντ πέθαιναν μαζί τους. Όταν νύχτωσε, κατά τις 9 το βράδυ, κάτω από το οροπέδιο του Σαιν Ζαν, απέμενε ακόμη μία μάζα. Τη διοικούσε ένας συνταγματάρχης άσημος, που λεγόταν Καμπρόν. Μετά από κάθε κανονιοβολισμό το τετράγωνο λιγόστευε, αλλά πολεμούσε. Από τη λεγεώνα εκείνη δεν έμεινε, παρά μια χούφτα άνθρωποι, κι η σημαία τους δεν ήταν παρά ένα κουρέλι. " Παραδοθείτε ανδρείοι Γάλλοι", φώναξε ένας Άγγλος αξιωματικός ( ο πίνακας επάνω ). "Σκατά", απάντησε τότε ο Καμπρόν. " Η Φρουρά δεν παραδίδεται, πεθαίνει..." Ο άνθρωπος που κέρδισε τη μάχη του Βατερλώ είναι ο Καμπρόν. Να φτύσεις τον κεραυνό που σε σκοτώνει, με μια λέξη, αυτό είναι νίκη! Ν' απαντήσεις έτσι στην καταστροφή. Να πεις αυτό στο πεπρωμένο. Να ειρωνεύεσαι μέσα στον τάφο. Να στέκεσαι μ' έναν τρόπο όρθιος κι αφού έπεσες. Να πνίξεις μέσα σε δύο συλλαβές την Ένωση της Ευρώπης. Να συγκεφαλαιώσεις τη νίκη αυτή με μια υπέρτατη λέξη, ανέκφραστη. Να χάσεις το πεδίο της μάχης και να κερδίσεις την Ιστορία...





ΠΗΓΕΣ:
1) Στρατιωτική Ιστορία-Μεγάλες Μάχες, τεύχος 37
2) Οι περιπέτειες του Ζεράρ, A.C.Doyle
3) Οι Άθλιοι, V.Hugo

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου